Το «Σχήμα» του Αποχαιρετισμού - Η δύναμη των τελετουργιών στη διαχείριση του πένθους

Σε μια εποχή που συχνά θεωρεί ότι αρκούν η λογική, η ψυχολογία και η ορθολογική διαχείριση των πραγμάτων, μπροστά στην εμπειρία του θανάτου, όλα αυτά αποδεικνύονται ανεπαρκή. Πολλοί αναρωτιούνται αν μπορεί πράγματι μια τελετή, ένας ύμνος, μια συμβολική πράξη να απαλύνει τον πόνο της απώλειας; Η απάντηση δεν βρίσκεται στη λειτουργικότητα της πράξης, αλλά στο νόημα που κουβαλά γιατί ακόμη και η πιο απλή τελετουργική κίνηση μπορεί να γίνει το πρώτο σχήμα μέσα στο χάος, το πρώτο όριο που δίνει στη λύπη μια μορφή που είναι διαχειρίσιμη. Τα τελετουργικά δεν έχουν σκοπό να καταπραΰνουν τη θλίψη ή να φέρουν κάθαρση. Δεν αναιρούν την απώλεια, δεν την ακυρώνουν, ούτε την κάνουν λιγότερο οδυνηρή. Εκείνο που προσφέρουν είναι ένας τρόπος να σταθούμε απέναντί της με τρόπο που να την αντέχουμε. Όταν χάνεται ένας άνθρωπος που υπήρξε βαθιά συνδεδεμένος με τη ζωή μας, ο κόσμος χάνει τη σταθερότητά του. Όσα θεωρούσαμε κάποτε δεδομένα γίνονται ξαφνικά ξένα, απόμακρα, ασαφή και τότε, χρειαζόμαστε ένα στήριγμα, κάτι να κρατηθούμε για να μη βυθιστούμε στο κενό της έλλειψης. Ένα τελετουργικό λειτουργεί ακριβώς έτσι, σαν κάτι σταθερό μέσα στην αναστάτωση. Δεν έχει σημασία αν είναι επίσημο ή άτυπο, αν το επιβάλλει μια θρησκεία ή αν το έχουμε φτιάξει εμείς. Μπορεί να είναι το τρισάγιο ή το κόλλυβο, το άναμμα του κεριού, η παρουσία συγγενών στην κηδεία ή στο μνημόσυνο. Μπορεί να είναι όλη η διαδικασία οργάνωσης της δεξίωσης για τον καθιερωμένο καφέ και των συνοδευτικών του, το είδος της ελίτσας και του κονιάκ, το ρούχο που θα φορέσουμε, οι λέξεις που θα εκφράσουμε για τον αποχαιρετισμό του αγαπημένου προσώπου… Ακόμα κι ένα δέντρο που φυτεύεται στη μνήμη του ή μια άτυπη συνάντηση ανθρώπων που θέλουν να θυμηθούν, να πουν ιστορίες, να γελάσουν ή να συγκινηθούν γύρω από τη μορφή του εκλιπόντος είναι πράξεις μικρές μεν, αλλά μεγάλες στη λειτουργία τους, γιατί βοηθούν να αποκτήσει σχήμα και μορφή αυτό που αλλιώς θα έμενε διάχυτο, βαρύ, αβάσταχτο. Δίνουν όνομα στην απουσία, ρυθμό στη σιωπή, και έναν τρόπο να πούμε: ναι, συνέβη, είμαστε εδώ για να το θυμόμαστε. Στην Ορθόδοξη Χριστιανική παράδοση, κάθε τελετουργικό στοιχείο του θανάτου φέρει εντονότατη εσχατολογική και παρηγορητική διάσταση. Από την Εξόδιο Ακολουθία έως το 40ήμερο μνημόσυνο, στόχος δεν είναι μόνο η τιμή στον εκλιπόντα αλλά και η πνευματική υποστήριξη των ζωντανών στο πρώτο, τραυματικό στάδιο της απουσίας. Το καντήλι που καίει, το κόλλυβο που προσφέρεται, οι ύμνοι της Αναστάσεως που ψάλλονται, δεν αναιρούν την απώλεια, αλλά της προσδίδουν νόημα. Γίνονται τρόποι να μεταμορφωθεί η λύπη σε προσδοκία για τον Παράδεισο και το τέλος σε αρχή μιας άλλης μορφής σχέσης που θα επανασυνδεθεί στην αιώνιο ζωή. Η φράση «μετά των Αγίων ανάπαυσον… και κατάταξον», που επαναλαμβάνεται με παρηγορητικό ρυθμό, είναι παράκληση προς τον Θεό να δεχθεί την ψυχή του εκλιπόντος ανάμεσα στους Αγίους, μέσα στην κοινωνία των προσώπων που παραμένουν ενωμένα στο Σώμα του Χριστού, γιατί στην Εκκλησία ζώντες και κεκοιμημένοι δεν χωρίζονται, αλλά συνυπάρχουν εν ΧριστώΑκόμη και το καθιερωμένο «Αἰωνία η μνήμη» δεν αποτελεί απλώς μια ευχή να μην ξεχαστεί ο νεκρός από τους ανθρώπους αλλά είναι έκφραση πίστης ότι παραμένει ζωντανός ενώπιον του Θεού, στη μνήμη Του, που δεν είναι παρελθόν αλλά ζωντανή, άφθαρτη παρουσία. Από ψυχολογική άποψη, τα τελετουργικά λειτουργούν ως σκαλωσιές προσαρμογής, ενδιάμεσοι σταθμοί μετάβασης από την απώλεια προς την αποδοχή. Δεν επιταχύνουν τη διαδικασία του πένθους, αλλά της επιτρέπουν να υπάρξει με ρυθμό, με όρια, με σχήμαΔρουν σαν προστατευτικοί μηχανισμοί επιβράδυνσης, που δίνουν στον νου και στο σώμα τον χρόνο να επεξεργαστούν το τραύμα. Επιτρέπουν στον πενθούντα να σταθεί, να δει το συμβάν ως πραγματικότητα, να κατονομάσει τη λύπη του, να εισέλθει σταδιακά σε μια νέα εσωτερική ισορροπία και να επιστρέψει στον πραγματικό κόσμοΟ ψυχολόγος Thomas Attig (1996) στο βιβλίο του "How We Grieve: Relearning the World", τονίζει ότι το πένθος δεν είναι απλώς συναισθηματική αντίδραση αλλά μια ενεργητική διαδικασία επαναμάθησης του κόσμου. Σε αυτήν τη αβέβαιη διαδικασία τα τελετουργικά προσφέρουν δομή, νόημα, ρυθμό και επιστροφή στο εσωτερικό κέντρο βάρους. Η ανθρωπολογική μελέτη των πολιτισμών δείχνει ότι κανένας λαός δεν έμεινε χωρίς τελετουργικά πένθους. Όσο διαφέρουν οι μορφές τους, τόσο κοινή παραμένει η λειτουργία τους. Στην αρχαία Ελλάδα, οι τρεις διακριτές φάσεις που συγκροτούσαν το τελετουργικό της νεκρικής διαδικασίας, (πρόθεση - εκφορά - ταφή) συνοδευόταν από τελετές με βαθιά κοινωνική σημασία. Οι θρήνοι, οι καθαρμοί, τα δείπνα τιμής, τα αναθηματικά αντικείμενα είχαν καταστατικό ρόλο στην αποκατάσταση της τάξης. Ο θάνατος δεν ήταν απλώς απουσία αλλά μετατόπιση σε άλλον τόπο, και η κοινότητα όφειλε να τη συνοδεύσει. Στην αρχαία Αίγυπτο, η μουμιοποίηση, οι σαρκοφάγοι, τα ιερογλυφικά και τα ταφικά αντικείμενα λειτουργούσαν ως εργαλεία μετάβασης. Το σώμα έπρεπε να παραμείνει άθικτο ώστε η ψυχή να συνεχίσει το ταξίδι της. Δεν ήταν μόνο πράξη πίστης αλλά ήταν ένα οργανωτικό σύστημα για το μεταθανάτιο νόημα. Στις παραδόσεις των ιθαγενών της Αμερικής, η φωτιά, οι ιατρικοί κύκλοι, οι αφηγήσεις ζωής εντάσσουν τον θάνατο μέσα στον κύκλο της φύσηςΟ θρήνος δεν είναι εξαίρεση αλλά μέρος της κοσμικής ισορροπίας. Κάθε τελετουργικό είναι μια μικρή πράξη πίστης. Πίστης, όχι ότι όλα θα γίνουν όπως πριν αλλά ότι υπάρχει ένας τρόπος να σταθούμε στο μετά. Γιατί στην πιο βαθιά τους ουσία τα τελετουργικά τιμούν τη σχέση που παραμένει, τη μνήμη που αντέχει, τον δεσμό που μεταμορφώνεται και παίρνει άλλο νόημα στη συνείδησή μας.